Στην προηγούμενη εκπομπή αναλάβαμε να παρουσιάσουμε το rub a dub style ως μουσικό πολιτισμικό κίνημα της τζαμαικάνικης μουσικής που έδωσε την ώθηση και αποτέλεσε τις ρίζες του σύγχρονου dancehall που πολλοί επικρίνουν και ταυτόχρονα πολλοί λατρεύουν με τον ίδιο φανατισμό και οι δύο πλευρές!
Αν η αφορμή για την προηγούμενη εκπομπή στάθηκε η κυκλοφορία του βιβλίου της Beth Lesser , ‘Rub a Dub Style: The Roots of Modern Dancehall’, στην αποψινή εκπομπή αντλούμε από το βιβλίο της Sonjah Stanley Niaah, ‘Dancehall: from slaveship to ghetto’ το οποίο και βρίσκετε ως e-book εδώ. Αν και όχι καθημερινό ανάγνωσμα αλλά δημοφιλής προσθήκη στις πολιτισμικές σπουδές και την κοινωνιολογία της μουσικής, αποτελεί νηφάλιο ‘οδηγό’ σε ένα θέμα και ένα μουσικό είδος που ‘ερεθίζει’ τη δημόσια συζήτηση κυρίως με αφορμή πολλών ομοφοβικών αναφορών και μιας συμπεριφοράς που συχνά υποβιβάζει τις γυναίκες, νοοτροπίες που φυσικά είναι απαράδεκτες αλλά και που έχουν εμφανιστεί στη δημόσια συζήτηση μόνο μέσα από την ομοβροντία κριτικών που εκφράζουν την πρόδηλη κι εύλογη αντίδραση τους στο εν λόγω μουσικό είδος. Βεβαίως πολλοί και έγκριτοι συνομιλητές σε αυτή την κουβέντα αποτελούν όχι απλώς το φόρουμ της ‘αηδιασμένης’ και ‘σοκαρισμένης’ Δύσης απέναντι στην απαράδεκτη αυτή χυδαιότητα που ακούει στο όνομα dancehall αλλά και τον αντίλογο που σπανίως ακούγεται για εξ’ίσου ευνόητους λόγους με την ευαισθησία των επικριτών του dancehall. Εν προκειμένω, η Sonjah Stanley Niaah αποτελεί ακριβώς μια περίπτωση από αυτούς που αντιμιλούν για να υπενθυμίσουν παρέα με άλλες φεμινίστριες scholars όπως η Carolyn Cooper πως αναφερόμαστε σε ένα φαινόμενο που μπορεί βεβαίως να είναι ειδεχθές, όμως για τους συμμετέχοντες σε αυτό, ως επί το πλείστον κατοίκους γκετοποιημένων περιοχών που συμβιώνουν καθημερινά με το έγκλημα, την παρανομία, την φτώχεια την εξαθλίωση και τα λύμματα, όσα περιγράφονται ως επώδυνα και υποτιμητικά για τις γυναίκες στο πλαίσιο και τη διάρκεια ενός dance session αποτελούν όχι απλώς στοιχεία ενδυνάμωσης αλλά και άμεσης αναφοράς με αφρικανικές τελετές γονιμότητας που αναβιώνονται μέσα από προκλητικές χορευτικές φιγούρες όπως το limbo.
Παράλληλα με αυτή τη διαπίστωση η S.S. Niaah αναφέρεται και στον χαρακτήρα αυτής της μουσικής ως ‘poor people music’ που δημιουργείται από ανθρώπους των γκέτο για τους ανθρώπους τον γκέτο με τα κριτήρια, τις συμπεριφορές, την αισθητική, την οντολογία, την φιλοσοφία και την συγκεκριμένη γεωγραφία των παραγκουπόλεων (gullys) του Kingston Metropolitan Area, επομένως ένα κομμάτι (ίσως και το μεγαλύτερο) της κριτικής των θιγμένων δυτικών καταναλωτών αυτού του μουσικού ιδιώματος να πρέπει να αποδοθεί στις δισκογραφικές εταιρείες που ‘εξάγουν’ ένα προιόν που δεν έχει κατασκευαστεί με αυτό το σκοπό, ούτε και μεταφράζεται η και συμφωνεί με τα αισθητικά, ηθικά και πολιτικά κριτήρια των δυτικών κοινωνιών. Χωρίς αυτό να αποτελεί δικαιολογία, σηματοδοτεί ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός.
Το dancehall λοιπόν πολιτισμικά μπορούμε να το δούμε όπως προτείνει (και) ο Orlando Patterson, κορυφαίος Τζαμαικάνος κοινωνιολόγος στο Harvard, ως αναπόσπαστο κομμάτι των τζαμαικάνικων πόλεων, όχι όμως αποδεκτό από το mainstream και την υψηλή κοινωνία του νησιού, αποδίδοντας του ήδη τον γκετοποιημένο του χαρακτήρα.
Σε αυτό προσθέτει τόσο η Carolyn Cooper και η Sonjah Stanley Niaah την παραδοχή πως το dancehall ως ‘χωρικό φαινόμενο’ αποτελεί ένα χώρο επεξεργασίας της ταυτότητας των συμμετεχόντων, επιτρέποντας τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοπροβολή, κάτι που η ‘κανονική’ κοινωνία αποκλείει για τους κατοίκους των γκέτο. Συχνά μάλιστα αυτός ο προσδιορισμός φλερτάρει με την φαντασία που δικαιολογεί τα εκκεντρικά ψευδώνυμα, τα φανταχτερά ντυσίματα, τις προκλητικές χορευτικές κινήσεις και τους λογοκρι(νό)μενους στίχους των τραγουδιών.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της ‘απελευθέρωσης’ των κανονικών ρόλων και των ‘κανονικών ηθών’ που άλλωστε είναι χαρακτηριστικό όχι μόνο των καρναβαλιών της Καραιβικής αλλά και πολλών δυτικών παραδόσεων από τα ρωμαικά Σατουρνάλια ως το ελληνικό καρναβάλι της ελληνικής επαρχίας (βλ. το ‘μπουρανί’ του Τυρνάβου) η χυδαιότητα όχι απλώς επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται. Έτσι λοιπόν στους υπαίθριους (κυρίως) χώρους όπου και φιλοξενούνται dancehall events βλέπουμε ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά του καρναβαλιού και της υπερβολής, εξ’ου και τιτλοφορούνται ως Dancehall Queens οι γυναίκες χορεύτριες που πρέπει να αναμετρηθούν για τον τίτλο σε ετήσιο διαγωνισμό. Αυτή ακριβώς η διαδικασία αποτυπώνεται γλαφυρά και στην ταινία Dancehall Queen του Don Letts την οποία βλέπετε ολόκληρη εδώ.
Ένα τελευταίο στοιχείο που ξεχωρίζει στο βιβλίο της Sonjah Stanley Niaah, η οποία επίσης φανερώνει την αφροκεντρικότητα του αυτοπροσδιορισμού της υιοθετώντας την rasta ορθογραφία του ονόματος της επαναβαπτίζοντας το, είναι και η αναφορά στην μικροπολιτική αρχιτεκτόνικη του γκέττο όπου οι γκαγκστερισμοί που ήδη ήταν εμφανείς από το rub a dub style της δεκαετίας του 1970 πρωταγωνιστούν (και στιχουργικά) ως ανταποκρίσεις από τα γκέτο διεκτραγωδόντας ιστορίες εξαθλίωσης, φτώχιας, εγκλήματος, ένοπλων συρράξεων όπου οι γκάγκστερ συχνά μεταμορφώνονται σε αρχετυπικές φιγούρες που προσφέρουν «προστασία» και «ασφάλεια» κατά τα μαφιόζικα πρότυπα, όπως (και) στην περίπτωση του διωκόμενου Christopher Dudus Coke, η σύλληψη του οποίου συνέπεσε και με τις πρώτες μου εκπομπές στο radiobubble το 2010.
Κλείνω το συνοδευτικό αυτό κείμενο για την εκπομπή με την εκστρατεία κατά της ομοφοβίας στην Τζαμάικα από τον Τζαμαικανό καλλιτέχνη, Michael Thompson aka Freestylee που επιμελήθηκε μια σειρά από αφίσες για την προώθηση της καμπάνιας Homophobic Jamaica.
Όσον αφορά το μουσικό κομμάτι της αποψινής εκπομπής επικεντρωνόμαστε στο τι συμβαίνει στο dancehall από την δεκαερία του ’80 μέχρι και σήμερα, και ακούμε 7ιντσα singles 45 στροφών από τον Johnny Osbourne , Chakka Demus, Barrington Levy, Mega Banton, Tenor Saw, Major Worries, Prince Jammy, Admiral Bailey, King Kong, Carl Meeks, Cocoa Tea Shinehead, Shabba Ranks, Lovindeer, Beenie Man, και Lady Saw.
Περισσότερα on air ΑΠΟΨΕ Παρασκευή, 15 Ιουνίου 20:00-21:00 @radiobubble.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου